πειθήνια σώματα…
Καταστολή και επιθυμία στο Angelstate της Νίνας Ράπη
Η Νίνα Ράπη ανήκει σε μια νέα γενιά ελλήνων δραματουργών, που υπερασπίζει μια γραφή περισσότερο πολιτική και δεν ηθογραφεί (δεν κλείνεται δηλαδή σε εγχώριους μικρόκοσμους), αλλά ανοικειώνει τις καταστάσεις, περιστέλλοντας τες σε παραδειγματικές δραματουργικές συνθήκες και καθιστώντας καθολικό με τον τρόπο αυτό ένα μήνυμα υπέρ της ανάταξης των δομών της κανονικότητας. Και τo Angelstate είναι μια μελέτη πάνω στην κοινωνική κατανομή της πειθαρχίας και την καταστολή της επιθυμίας.
Σε έναν φανταστικό τόπο εξιλασμού, τιμωρίας και κυρίως αυτο-τιμωρίας έξι πρόσωπα υπό αυστηρή επιτήρηση αναπραγματεύονται τις ιστορίες και τις «αμαρτίες» τους, που όλες σχετίζονται με την εκδήλωση μιας επιθυμίας. Για την ακρίβεια, η τυπολογία των προσώπων του έργου (η Σωματοφύλακας, η Μπόντυ Μπύλντερ, η Ανορεκτική, η Ντομινάτριξ, ο Ιερέας), η οποία τα καθιστά παραδειγματικά, αλλά όχι ανιστορικά, σχετίζεται με γενικές μορφές καταστολής ή αυτόβουλου ελέγχου μιας σωματικής επιθυμίας, αλλά και με την εκτροπή από το θεωρούμενο ως κανονικό (σώμα).
Η συνθήκη μέσα στην οποία τοποθετούνται τα πρόσωπα αυτά, το angel-state, είναι μια υπαρξιακή κατάσταση του «είναι», η οποία μετασχηματίζεται δραματουργικά σε έναν αόριστο, οριώδη τόπο κενού και υπαρξιακής εκκρεμότητας (ένα εργαστήριο-φυλακή σαν Καθαρτήριο, όπου τα πρόσωπα του έργου δρουν ομολογητικά υπό το άγρυπνο βλέμμα της ελεγκτικής εξουσίας που ιστορικώς παράγει πειθήνια σώματα και περιχαράξεις[1]). Ως εκ τούτου, οι τύποι αυτοί καθίστανται δραματουργικές υπάρξεις, αναβιώνοντας τις ενδογενείς αδυναμίες και αντινομίες τους (σε σχέση πάντα με έναν κοινωνικό κανόνα) επέκεινα του καθημερινού. Το angel-state είναι κατ’ αρχήν μια κατάσταση πραγμάτευσης, αλλά και ανάταξης των ορίων της επιθυμίας για όσους είναι διατεθειμένοι να επιτελέσουν τη διάβαση σε μια νέα προσωπική δομή (αθώωσης και αποποίησης της προηγούμενης ενοχής).
Όλα τα πρόσωπα καταγγέλλουν ή και διαρρηγνύουν τις κοινωνικές νόρμες των σχέσεων. Όλα τα πρόσωπα έχουν εμπλακεί σε μια σχέση εξουσίας μέσα στην οποία βρέθηκαν στη θέση του θύτη/επιδότη ή θύματος/υποδοχέα. Όλα τα πρόσωπα του έργου έχουν μια σχέση είτε επιβολής είτε υποδοχής της οδύνης ή και του «κακού». Ο Μισθοφόρος έχει ως καθήκον να επιβάλει το κακό, η Μπόντυ Μπύλντερ δέχεται τις πατρικές «τιμωρίες» εν αγάπη, η Σωματοφύλακας αποδέχεται την απώλεια του έρωτα νομοτελειακά, ο Ιερέας εκτρέπεται σε έναν αθέμιτο για αυτόν έρωτα.
Μόνο η Ντομινάτριξ υπερασπίζει το έργο της μέχρι τέλους: «Και τι σημαίνει αγάπη; Να θέλεις πιο πολύ να δώσεις από το να πάρεις ηδονή. Αυτό είναι αγάπη, υποθέτω». Το σαδιστικό υποκείμενο, μια απεικόνιση θεμιτής γυναικείας επιβολής, δεν είναι μόνο μια σταθερή μορφή επικράτησης, αλλά και μια αλληγορία για τις κοινωνικές σχέσεις. Ο σαδομαζοχισμός, εξάλλου, είναι ένα θέατρο του έρωτα, που σχετίζεται όχι τόσο με τον πόνο καθ’ αυτόν, αλλά με την ερωτικοποίηση της επιθυμίας για πόνο και της απόλαυσης ως υλοποίησης απαγορευμένων (κοινωνικά) δυνάμεων:
Επιλέγουμε τις πιο τρομακτικές, αποκρουστικές και απαράδεκτες δραστηριότητες, και τις μετουσιώνουμε σε απόλαυση. Χρησιμοποιούμε όλα τα απαγορευμένα σύμβολα και όλα τα αποκηρυγμένα συναισθήματα […]. Η βασική δυναμική του Σαδομαζοχισμού έγκειται στη διχοτόμηση της δύναμης, όχι στον πόνο. Οι χειροπέδες, τα κολλάρα σκύλων, τα μαστίγια, το προσκύνημα, το δέσιμο […] και το να υπηρετείς κάποιον σεξουαλικά είναι όλα μεταφορές […][2],
που δραματοποιούν την κοινωνική ανισότητα των δυνάμεων.
Τέλος, το Angelstate είναι ένα ανατρεπτικό queer έργο, όχι επειδή οι γυναίκες του έργου επιθυμούν γυναίκες, αλλά κυρίως επειδή επιχειρεί να σχολιάσει κριτικά το ζήτημα της γυναικείας επιθυμίας έξω από το κέντρο της κανονικότητας:
Το queer δεν προσδιορίζει μια κατηγορία ήδη αντικειμενοποιημένων παθολογιών ή διαστροφών· αντιθέτως, περιγράφει έναν ορίζοντα πιθανότητας της οποίας το ακριβές εύρος και ο ετερογενής σκοπός δεν είναι δυνατό κατ’ αρχήν να οριοθετηθούν εκ των προτέρων. Από την εκκεντρική τοποθετικότητα (positionality) που καταλαμβάνει το queer υποκείμενο, καθίσταται πιθανή η αντίληψη μιας ποικιλίας πιθανοτήτων για την αναστοίχιση των σχέσεων μεταξύ σεξουαλικών συμπεριφορών, ερωτικών ταυτοτήτων, κατασκευών του φύλου, μορφών γνώσης, καθεστώτων διατύπωσης, λογικών αναπαράστασης, τρόπων αυτο-κατασκευής και πρακτικών κοινότητας, και δηλαδή για την αναδιοργάνωση των σχέσεων μεταξύ εξουσίας, αλήθειας και επιθυμίας.[3]
Τα καθεστώτα διατύπωσης στο νέο ελληνικό θέατρο αλλάζουν και το Angelstate είναι μια ετυμηγορία για την επιθυμία.
Γιώργος Σαμπατακάκης
Sept. 2015
[1] Οι μνημειώδεις όροι του Μισέλ Φουκώ, Επιτήρηση και Τιμωρία. Η γέννηση της Φυλακής, μτφ. Κ. Χατζηδήμου – Ι. Ράλλη, εκδ. Ράππα, Αθήνα, 1989, 181-226.
[2] Pat Califia, “Unravelling the Sexual Fringe: A Secret Side of Lesbian Sexuality”, The Advocate, 27.12.1979, 19 (19-22), όπως παρατίθεται στο: Jeffrey Weeks, “The Meaning of Diversity”, Peter M. Nardi –Beth E. Schneider (eds.), Social Perspectives in Lesbian and Gay Studies, Routledge, London and New York, 1998, 325-26 (312-33).
[3] David Halperin, Saint Foucault: Towards a Gay Hagiography, Oxford University Press, New York – Oxford, 1995, 62.